Οι ήρωες στο βιβλίο δε συνυπάρχουν. Υπάρχουν. Και μονάζουν στο κείμενο και ψυχαναγκαστικά επανέρχονται διασχίζοντας το τοπίο. Για να συνθέσει ο καθένας τους εκείνο το δίχτυ του λαθρόβιου πάθους που θα τους προστατέψει από την αρρώστια και θα επιζήσουν.
Η συγγραφέας ακολουθεί τη δική της αιρετική νόρμα γραφής και αρνείται να κατατάξει το βιβλίο. Ωστόσο, αυτό μπορεί να διαβαστεί πολλαπλώς. Ως γοτθικό μυθιστόρημα ή και ως χρονικό αφήγημα με ποιητική αδρότητα, που καταγράφει τη «φρενοβλάβεια» μιας κοινωνίας υποταγμένης σε προλήψεις και δεισιδαιμονίες, που έρχεται αντιμέτωπη με μια από τις μεγαλύτερες μάστιγες της ανθρωπότητας, την πανούκλα. Σε ένα άλλο όμως, βαθύτερο, επίπεδο ανάγνωσης, το βιβλίο μαρτυρεί την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου μπροστά στο τρίπτυχο έρωτας – θάνατος – Θεός.
Νύχτωνε για τους χριστιανούς. Μεσάνυχτα για τα τούρκικα ρολόγια. Χτυπούσαν το δεύτερο τέταρτο της δωδεκάτης νυκτερινής. Μια μέρα από την ιστορία του κόσμου είχε κιόλας τελειώσει. Το σωτήριον έτος 1814. Έτος Εγίρας 1229. Στο Φιλάτ. Πόλη μυστήριο στο χωροχρόνο της Χερσαίας Δυτικής Αρβανιτίας. Τα πανουκλιασμένα ρούχα παίχτηκαν στα ζάρια απ’ τους ληστές και μοιράστηκαν στην πόλη κι έρχονταν απ’ τον ένα στον άλλο, κι η αρρώστια απ’ τον ένα στον άλλο, ώσπου κι ο θάνατος απ’ τον ένα στον άλλο. Κι όσοι πέθαιναν πέθαιναν σιωπηλά, λες κι η πόλη αφιερωμένη στη σιωπή, λες κι όλοι τους μυστικοί της Αδελφότητας της Σιωπής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου