Όταν παιδέψεις τώρα δα μια πεταλούδα δεν το βλέπεις
αλλ’ αργότερα κάπου θα πονέσει ο πολιτισμός.
Όταν τα δέντρα μεσ’ στους κήπους
πλέκουν το αεράκι του θέρους
ο άνθρωπος που διαιρεί με πληγώνει.
Ο Ακέραιος κυρ’ Αλέξανδρος
Θαμνώδη ρήματα και φύλλα καταπράσινα της γλώσσας.
Μεγάλος άνθρωπος και ανέσπερος Έλληνας που κράτησε
τον πόνο στο σωστό του ύψος
αγνοώντας και δημοτικισμούς και εξελικτισμούς και μόδες
αγνοώντας τα εκάστοτε μορμολύκεια
την ασίγαστη γενικότητα των πιθήκων
αγνοώντας τον αιώνα της καλπάζουσας εξυπνάδας
ο ανοξείδωτος.
Ήδη τα θύματα της Προόδου που πρόωρα σκουριάζει
πάνε στην πατρίδα του στη Σκιάθο
κι αγοράζουν ελπίζοντας οικόπεδα
πάνε για λίγο αεράκι λίγη θάλασσα και φρέσκο φεγγάρι.
Μα ειν’ αδύνατο να κοροϊδέψουμε τη ρημαγμένη φύση
με ξιπόλητα Σαββατοκύριακα και με τροχόσπιτα.
Ο ακέραιος κυρ Αλέξανδρος
εκείνος ο περιούσιος Παπαδιαμάντης
και το κεράκι μας ακόμη δεν το θέλει.
Του Ιωάννη Σεβαστιανού Μπαχ
Ανωφέρεια (Απόσπασμα)
Άνοιξη φθινόπωρο καλοκαίρι χειμώνας
ο Μπαχ ανεβαίνει πάντα στους αιθέρες
γελαστός άγγελος του δρυμού
μεγάλος ιδιοκτήτης
ο Μπαχ ανεβαίνει την ουράνια σκάλα
ιερέας των ήχων απ’ τη βροχή νεότερος
αγιόκλημα φυτρωμένο στ’ όργανο της εκκλησίας
η θαλπωρή μες στην ανάγκη του Θεού μεγάλη.
Παντρεύει τις φωνές με την καθαρότητα
πέρ’ από κάθε εποχή πετά νομίσματα χρυσά
στους λυπημένους
δείχνοντας την ειρήνη ψηλά στα γαλανά τ’ αμπέλια
Ψηλά στον ηδυόνειρο χρόνο της λησμονιάς.
Nada
Σ’ αυτά τα κακούργα χαράματα η νεκρίλα των πεύκων
ευαγγελίζεται τη νιόκοπη γαλήνη.
Τώρα το σκέφτομαι: η σιωπή των πάγων
αναγκάζει την αγνότητα να ’ναι άσπρη.
Το μαύρο μ’ έχει προσαρτήσει.
Μια κραυγή, δίχως λόγο, επεκτείνει την ύπαρξη
μια κραυγή στον αέρα μεγαλώνει το ύψος μου.
Στον αέρα κι ο γέρος ο ερυθρόδερμος
με τ’ άσπρα του μαλλιά σα γνέμα
κειμήλιο της σιγής ανεχτίμητο.
Η νύχτα η βία και η έμπνευση.
Την είδα την αποκαθήλωση του Γκουεβάρα
σε μια γούρνα της Βολιβίας.
Ολόγυρα στέκονταν οι λοχαγοί και με το δάχτυλο
δείχναν απάνω στο κορμάκι τους τις τρύπες.
Πηγή: e-dromos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου